Η σύγχρονη παιδαγωγική θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ την ομαλή και συνεργατική σχέση γονέων/κηδεμόνων με τους εκπαιδευτικούς προς όφελος του παιδιού. Είναι πλέον ξεκάθαρο από τα ερευνητικά δεδομένα της τελευταίας τριακονταετίας πως οι σχέσεις αυτές αποτελούν καθοριστικές συνιστώσες της ποιότητας της εκπαίδευσης που παρέχει το σχολείο. Αποτελεσματικές και αγαστές σχέσεις συμπόρευσης οδηγούν σε θετικά αποτελέσματα τόσο για την καλλιέργεια θετικών στάσεων προς το σχολείο και την εκπαίδευση, όσο και για τη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων των μαθητών. Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται προσπάθεια για την ενίσχυση των σχέσεων σχολείου-οικογένειας, ενώ παράλληλα επιδιώκεται η ενεργός ανάμειξη των γονιών και κηδεμόνων στα σχολεία των παιδιών τους. Ωστόσο, η εμπλοκή των γονιών στη σχολική διαδικασία είναι τις περισσότερες φορές είτε περιορισμένη είτε προβληματική. Επιπλέον, όταν αυτό γίνεται, η δραστηριοποίηση αφορά τελικά ένα μικρό μέρος του γονεϊκού πληθυσμού και, περαιτέρω, αντιπροσωπεύονται ορισμένοι μόνο τύποι εμπλοκής. Στην περίπτωση της Κύπρου, διαφαίνεται μέσα από διάφορες έρευνες πως οι σχέσεις ανάμεσα στο σπίτι και το σχολείο είναι σχετικά περιορισμένες και εξαρτώνται από το πόσο ανοικτά είναι τα σχολεία στους γονείς και πόσο οι ίδιοι οι γονείς επιθυμούν να εμπλακούν, γεγονός που αλλού συμβαίνει σε μεγαλύτερο και αλλού σε μικρότερο βαθμό.
Οι έννοιες γονεϊκή συμμετοχή και γονεϊκή εμπλοκή (ανάμιξη)
- Στη διεθνή βιβλιογραφία, για να εξηγηθεί η παρέμβαση των γονέων στο σχολείο έχουν χρησιμοποιηθεί οι έννοιες “parental engagement” και “parental involvement”, τις οποίες η ελληνική βιβλιογραφία μεταφράζει ως «γονεϊκή συμμετοχή» και «γονεϊκή εμπλοκή ή ανάμιξη».
- Η έννοια της «γονεϊκής συμμετοχής» (δεν ισχύει στο κυπριακό συγκείμενο) αντιλαμβάνεται το ρόλο των γονέων ως ισότιμο με αυτόν του σχολείου, αφού αμφότερες οι πλευρές διαμοιράζονται τις ευθύνες και την εξουσία, ώστε να απαιτείται πλέον ο σαφής καθορισμός των ευθυνών που απαιτεί ο συνεταιρισμός (“partnership”), η διευκρίνιση των ρόλων και της λογοδότησης, για να διασφαλίζεται το συμφέρον ολόκληρου του σχολείου, αλλά και του συνόλου των παιδιών που φοιτούν σε αυτό.
- Στο κυπριακό σχολείο ισχύει η «γονεϊκή εμπλοκή ή ανάμιξη», η οποία αναφέρεται σε διαδικασίες που επιτρέπουν στους γονείς να έχουν ρόλο στο τι γίνεται στο σχολείο, αλλά μόνο στη μορφή και στο βαθμό που θα καθορίσει η διεύθυνση με το εκπαιδευτικό προσωπικό του κάθε σχολείου ξεχωριστά. Έτσι, συνήθως, ο ρόλος των γονιών περιορίζεται κατά κανόνα σε ρόλο θεατή δραστηριοτήτων ή εκδηλώσεων, οι οποίες διοργανώνονται από το σχολείο γι’ αυτούς (σχολικές εορτές, θέατρα, ποδηλατικές εξορμήσεις κ.ά.) ή σε δραστηριότητες που αφορούν εθελοντική εργασία (π.χ. μέσω της εμπλοκής στους Συνδέσμους Γονέων και Κηδεμόνων, σε αιμοδοσίες, σε εξωραϊσμούς χώρων, σε δενδροφυτεύσεις κ.ά.).
- Η κοινότητα εμπλέκεται είτε μέσω συνεργασιών των σχολείων με το δήμο – κοινότητα της περιοχής τους (π.χ. στο θεσμό των οικολογικών σχολείων) είτε μέσω της συμμετοχής πολιτών στις Σχολικές Εφορίες, οι οποίες διαχειρίζονται τα οικονομικά των εκπαιδευτηρίων που υπάγονται στην περιφέρειά τους.
Γιατί είναι σημαντική η συμμετοχή των γονιών;
- Η σχέση σχολείου – γονιών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία και επηρεάζεται κατά τρόπο καθοριστικό τόσο από τα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού όσο και από τα χαρακτηριστικά του γονέα.
- Διαχρονικές έρευνες έχουν διαπιστώσει τη σχέση μεταξύ αυξημένου επιπέδου γονεϊκής συμμετοχής και μεγαλύτερης σχολικής επιτυχίας των παιδιών.
- Η συμμετοχή των γονέων έχει συνδεθεί, επίσης, με τη γλωσσική ανάπτυξη και με την ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών.
- Η ανάγκη συμμετοχής των γονέων σε συνεργατική σχέση με το σχολείο γίνεται επιτακτικότερη στις μέρες μας λόγω της πολυπλοκότητας των διαπροσωπικών σχέσεων που καλούνται τα σημερινά παιδιά να διαχειριστούν.
Ποιοι είναι οι λόγοι της περιορισμένης συμμετοχής των γονιών;
- Το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των γονιών μπορεί να είναι μεγάλο εμπόδιο είτε στην περίπτωση χαμηλού status, όπου μπορεί να υπάρξει αρνητική στάση προς το σχολείο, είτε στην περίπτωση ψηλού μορφωτικού επιπέδου, όπου μπορεί να υπάρξει απαξίωση του εκπαιδευτικού.
- Μερικοί γονείς ίσως να μην πιστεύουν στην αξία της γονεϊκής συμμετοχής είτε διότι έχουν απαξιώσει το δημόσιο σχολείο, είτε διότι έχουν άγνοια πώς θα μπορούσαν να προσφέρουν, ώστε να έχει άμεσο όφελος το παιδί τους.
- Μπορεί κάποιοι εκπαιδευτικοί να μην πιστεύουν στην αξία της γονεϊκής συμμετοχής είτε διότι απαξιώνουν τους γονείς με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, είτε διότι φοβούνται την κριτική για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν τόσο στη διαδικασία της μάθησης όσο και στη διαχείριση και οργάνωση της τάξης. Μπορεί κάποιοι εκπαιδευτικοί να έχουν συγκεκριμένη αντίληψη για τις ικανότητες των γονιών, γεγονός που μπορεί να τους οδηγεί σε παγιωμένες θέσεις, όπως π.χ. πως οι γονείς δεν μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά το παιδί τους.
- Η έλλειψη κατάρτισης των εκπαιδευτικών σε στρατηγικές αποτελεσματικής συμπερίληψης των γονέων στη σχολική ζωή μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στη διαδικασία, έστω κι αν υπάρχει η βούληση τόσο από τη διεύθυνση του σχολείου όσο και από τους γονείς.
Πώς μπορούν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να συνεισφέρουν πιο αποτελεσματικά στην εκπαίδευση και ανάπτυξη των παιδιών;
- Είναι απαραίτητη η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, ώστε να μη νιώθει καμία πλευρά πως απειλείται. Η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί περισσότερο να αναπτυχθεί μέσω κοινών άτυπων εκδηλώσεων.
- Θα πρέπει οι σχέσεις τους να διέπονται από σεβασμό. Αυτή η θέση περνά ασυνείδητα στα παιδιά τόσο από τους γονείς όσο και από τους εκπαιδευτικούς. Τα παιδιά θα σεβαστούν τον εκπαιδευτικό αν τον σέβεται και η οικογένειά τους, ενώ θα έχουν άσχημη συμπεριφορά όταν απουσιάζει ο σεβασμός της οικογένειας. Τα παιδιά θα εμπεδώσουν τον σεβασμό εάν τον καλλιεργεί η οικογένεια και ο εκπαιδευτικός με τις ενέργειες και το λόγο του. Τα παιδιά χρειάζονται υγιή πρότυπα τα οποία αναζητούν παντού, αλλά περιμένουν ιδιαιτέρως να τα βρουν στο περιβάλλον του σχολείου και της οικογένειας.
- Θα πρέπει να επικοινωνούν αμφότερες οι πλευρές με το παιδί και μεταξύ τους σε τακτά διαστήματα, ώστε να πληροφορούνται για ό,τι συμβαίνει στο σχολείο και στο σπίτι. Τίποτα δεν πρέπει να μένει στην τύχη, διότι τα παιδιά θα αποταθούν είτε στους γονείς τους είτε στους εκπαιδευτικούς τους για στήριξη σε μια δυσκολία (όχι απαραίτητα μαθησιακή) όταν, ίσως, είναι πλέον αργά. Ρωτήστε τα παιδιά να σας πουν πώς νιώθουν, αν όλα πάνε καλά στο σχολείο – στην οικογένεια, τι τους απασχολεί, πώς ήταν η μέρα τους. Μόνο και μόνο ότι κάποιος έδειξε ενδιαφέρον μπορεί στις πλείστες περιπτώσεις να είναι αρκετό.
- Είναι αναγκαίο να φιλτράρουν όποια πληροφορία λάβουν από το παιδί και να τη διασταυρώνουν μεταξύ τους. Να μη δέχονται ό,τι ακούνε ως δεδομένο. Κάποιες φορές μπορούν να δημιουργηθούν παρεξηγήσεις μεγαλύτερες ή μικρότερες είτε για ασήμαντο λόγο, είτε διότι παρερμηνεύτηκαν κάποιες δηλώσεις. Όλοι πρέπει να πιστώνονται με καλές προθέσεις, πριν παρθούν μέτρα.
- Πρέπει να αναφέρουν άμεσα στον άλλο τυχόν απότομες αλλαγές στη συμπεριφορά ή στην επίδοση του παιδιού. Μπορεί το παιδί να χρειάζεται βοήθεια και στήριξη, αλλά να μην το εξωτερικεύει. Ενδιαφέρον κι όχι αδιαφορία είναι το μήνυμα που θα πρέπει να εκπέμπεται παντού.
- Στην περίπτωση έκτακτου περιστατικού, π.χ. θανάτου μέλους της οικογένειας, θα πρέπει να υπάρχει άμεση ενημέρωση, διότι ίσως χρειαστεί η εμπλοκή ειδικών, αν παρατηρηθεί πως το παιδί έχει επηρεαστεί τραυματικά. Αξιολογώντας την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, ο ειδικός θα χρειαστεί τη συμβολή του γονιού και του εκπαιδευτικού, ώστε να κατορθώσει να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
- Το πλαίσιο για την ανάπτυξη αυτής της συνεργασίας πρέπει να εντοπιστεί στην κοινή αντίληψη πως και οι δύο πλευρές έχουν το παιδί στο επίκεντρο της δράσης και της έγνοιας τους, αφού τους χρειάζεται και τους δύο. Αν ο γονιός βρίσκεται συνεχώς στο σχολείο και συμμετέχει στις δράσεις, αν συνομιλεί με τους εκπαιδευτικούς και βρίσκεται κοντά στις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τους τότε είναι πολύ πιθανό το παιδί να έχει μία επιτυχημένη σχολική σταδιοδρομία. Αν ο εκπαιδευτικός είναι δεκτικός σε εισηγήσεις, συζητεί ισότιμα με το γονιό και συμμερίζεται τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τους, τότε είναι πιθανό το παιδί να έχει μία ομαλή και επιτυχημένη σχολική εμπειρία.
Συμπερασματικά
Η συνεχώς μεταβαλλόμενη κοινωνία προστάζει τη συνεχή επανεξέταση, αναθεώρηση και αναπροσανατολισμό των σκοπών και των στόχων της εκπαίδευσης, επιτρέποντας τη συνεργασία μεταξύ γονέων και εκπαιδευτικών. Η ενθάρρυνση της εμπλοκής των γονέων σε μια υγιή σχέση με κέντρο το μαθητή θα πρέπει να επιζητείται από τους εκπαιδευτικούς και το σχολείο, διότι το όφελος θα είναι αμοιβαίο. Χρειάζεται οι γονείς να αντιληφθούν τη σημασία της εμπλοκής και της ενεργής συμμετοχής τους στη σχολική διαδικασία, ώστε να τη διεκδικήσουν για το καλό όλων των παιδιών τους του σχολείου και της εκπαίδευσης.