Μητέρα: Η αρκετά καλή μαμά: Μύθοι και πραγματικότητα.

Ειρήνη Γεωργιάδη, Κλινική Ψυχολόγος

Μητέρα: Η αρκετά καλή μαμά: Μύθοι και πραγματικότητα.

Κάθε παιδί έρχεται στον κόσμο με την «προίκα» του, την «πολιτιστική του κληρονομιά». Αυτή η προίκα αποτελείται από το βιολογικό και το περιβάλλον του. Θα ασχοληθούμε  με το περιβάλλον στα πρώτα χρόνια της ζωής.

Το περιβάλλον περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο, τους γονείς, την προσωπικότητα τους, τη φύση τους, τον τρόπο τους, τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. Περιλαμβάνει επίσης  όλη την ατμόσφαιρα, το «άρωμα» τους, τον τρόπο φροντίδας και ζεστασιάς τους. Στο περιβάλλον προστίθενται τα αδέρφια, οι παππούδες, οι γιαγιάδες, τα ξαδέρφια, οι θείοι και οι θείες. Συμπεριλαμβάνεται και η ιστορία της κάθε οικογένειας. Τα μυστικά για παράδειγμα που κουβαλά η κάθε οικογένεια, μικρά ή μεγάλα. Αυτή την οικογένεια θα ανακαλύπτει σιγά- σιγά το νεογνό. Εξ’ αρχής όμως ανακαλύπτει τη μητέρα του.

 Από τη στιγμή που μια γυναίκα αρχίζει να επιθυμεί ένα μωρό, αρχίζει να το σκέφτεται και να ονειροπολεί για αυτό. Αυτή η ονειροπόληση, που τη συνοδεύει στην εγκυμοσύνη αλλά και μετά τη γέννα, είναι ένα σημαντικό στοιχείο της ανάπτυξης του βρέφους. Όταν αποφάσισε να φιλοξενήσει μέσα της μια καινούργια ύπαρξη ο εαυτός της έρχεται σε 2η μοίρα. Γίνεται μια μεταλλαγή. Μετά τη γέννα η γυναίκα έρχεται σε μια φάση που για κάποιες εβδομάδες ή και μήνες το μωρό είναι εκείνη και εκείνη είναι το μωρό προς το παρόν. Αυτό είναι κάτι το φυσιολογικό. Γνωρίζει ποιες είναι οι ανάγκες του παιδιού της, όχι μόνο ανάγκες φροντίδας αλλά και συναισθηματικές, είναι η αίσθηση της ευθύνης της. Στην αρχή το συναισθηματικό της κράτημα,  θα βοηθήσει το μωρό να ωριμάσει, θα του αναπτύξει την ύπαρξη, τα αισθήματα και την ασφάλεια του. Αυτό το κράτημα, πρακτικά, μια μαμά γνωρίζει πώς να το κάνει: Δεν φοβάται ότι θα σφίξει πολύ το μωρό της ή θα το ρίξει κάτω. Γνωρίζει πότε να το σηκώσει, να το βάλει κάτω, να το αφήσει μόνο του, ή να του αλλάξει θέση. Το βρέφος αισθάνεται τη ζεστασιά, τον τρόπο της, την αναπνοή, την αγάπη της. Είναι μια αίσθηση μεγαλειώδης για αυτό. Για παράδειγμα: Μια μύγα, μια αχτίνα του ήλιου  πάνω στο μωρό μπορεί να του φέρει ένταση. Η μητέρα του έρχεται να το σώσει, είναι κάτι το μαγικό για το βρέφος. Στην ουσία, για ένα βρέφος μέχρι 3-4 μηνών, τα συναισθήματα του είναι ένα μέρος των συναισθημάτων της μητέρας που καθρεφτίζονται στο παιδί. Η μητέρα ανταποκρίνεται στο μωρό της γιατί είναι προσωρινά εναρμονισμένη με αυτό. Δεν έχει σχεδόν τίποτα άλλο στο μυαλό της παρά το βρέφος της διότι γνωρίζει ότι εξαρτάται εξ ολοκλήρου από αυτήν. Είναι η απόλυτη συμβίωση. Αυτήν την αφοσίωση της μητέρας τη χρειάζεται το βρέφος, είναι μια ζωτική ανάγκη δηλαδή μια ανάγκη που έχει το κάθε νεογνό για να του διευκολύνουν τα πρώτα στάδια της ψυχολογικής και ψυχοσωματικής του ανάπτυξης. Αυτά είναι απλά πράγματα, φυσικά, που μια ευαίσθητη μαμά τα κάνει μόνη της, δεν τα διδάσκεται. Αρκετά γρήγορα το βρέφος αποθηκεύει εμπειρίες και ανακαλύπτει μέρη της μητέρας του. Υπάρχουν και καταστάσεις - να μην το ξεχνάμε- που μια μητέρα μπορεί να αρρωστήσει, να είναι θλιμμένη, ή να έχει για παράδειγμα προβλήματα με τον άντρα της που μπορεί να πούμε ότι απέτυχε η αφοσίωση της μητέρας. Κανένας όμως δεν θα τα έβαζε με αυτήν την μητέρα διότι κάνει ότι μπορεί. Ήδη οι γονείς κατηγορούν για πολλά τους εαυτούς τους. Συνήθως προσδιορίζουμε την αιτιολογική σπουδαιότητα  και όχι το φταίξιμο.

Το μωρό που έχει την αφοσίωση και το κράτημα αρχίζει να αποκτά την αίσθηση της ύπαρξης. Όταν δε μια μητέρα φροντίζει και ταΐζει το παιδί της, με τρόπο αυθόρμητο και αυθεντικό, το μωρό αισθάνεται ότι κάτι γίνεται σε αυτήν τη σχέση, τα αισθάνεται σαν μια εμπειρία. Τα μωρά είναι πολύ ευαίσθητα από το περιβάλλον τους και από τη συμμετοχή αυτού του περιβάλλοντος. Υπάρχουν μητέρες αγχωμένες, πανικόβλητες, ή με το κινητό στο ένα χέρι και με το άλλο ταΐζουν, το βρέφος δεν μπορεί να αισθανθεί ότι υπάρχει. Οι διαδικασίες ανάπτυξης δεν μπορούν να εξελιχτούν και μπορεί να υπάρχει μια αποτυχία στην ψυχολογική ολοκλήρωση του μωρού. Για ορισμένα βρέφη το τάισμα είναι τόσο πληκτικό  που το να κλάψουν τους δίνει μια ανακούφιση και νιώθουν ότι υπάρχουν. Όπως όμως υπάρχουν όλων των ειδών βρέφη έτσι υπάρχουν όλων των ειδών  μητέρες που κάποιες είναι καλές σε ένα πράγμα και κάποιες σε άλλο. Χωρίς να το ξέρει μια μητέρα θα βάλει τα θεμέλια της ζωής.

Η μητέρα είναι ο αποκωδικοποιητής  που χρειάζεται να μεταφράσει για παράδειγμα το κλάμα του βρέφους. Οι περισσότερες μαμάδες θα αρχίσουν να αναρωτιούνται: Πονά; Πεινά; Βράχηκε; Θέλει αγκαλιά; Ουρλιάζει; Μα τι έχει; Αυτός ο ελάχιστος χρόνος  ερωτήσεων  δίνει το χώρο στο βρέφος να περιμένει πολύ ή λίγο. «Περίμενε, δώσε μου ένα λεπτό», ως να του λέει η μητέρα του. Πολλές φορές μια μαμά που δεν θα καταλάβει γιατί το βρέφος της κλαίει τόσο πολύ, θα του δώσει γάλα. Αν το μωρό αυτό ήθελε, θα ηρεμήσει, αν όχι θα ξαναρχίσει το κλάμα. Υπάρχουν όμως  μητέρες που με το πρώτο κλάμα του μωρού θα του δώσουν τη θηλή ή το μπιμπερό, τότε το βρέφος εγγράφει αυτήν την απάντηση. Είναι η εύκολη λύση. Αν διαρκώς το ταΐζουν άμεσα ή μερικές μητέρες κατ’ επανάληψη δεν καταλαβαίνουν τι του συμβαίνει μπορεί να υπάρχουν επιπτώσεις στην ενήλικη ζωή. Ανακαλύπτουμε ότι μπορεί να γεννιούνται οι διατροφικές διαταραχές, οι εθισμοί, οι ενήλικες που δεν μπορούν να χαλαρώσουν ή κάποιες φορές η παραβατικότητα. Δεν παρατηρήσαμε πολλές φορές ενήλικες που όταν αγχώνονται πεινούν;

Ανάφερα ήδη το τάισμα,  θα μιλήσω για τη σημασία της τροφής. Με το τάισμα δημιουργείται μια οικειότητα με τη μητέρα, προσφέρει στο βρέφος μια δημιουργικότητα να απολαύσει τον κόσμο. Η μητέρα χρειάζεται να πιστεύει στον εαυτόν της ότι ταΐζει καλά το παιδί της. Το τάισμα που περικλείει μια δεδομένη συμπεριφορά, είναι πρωταρχικής σημασίας. Η μητέρα αναπτύσσει μια θαυμαστή ικανότητα ταύτισης για να ανταποκριθεί στις βασικές ανάγκες του νεογνού. Το νεογνό είναι ξύπνιο όλο ζωντάνια, συμμετέχει στο τάισμα, δηλ. τρέφεται. «Το μωρό συλλέγει υλικό για να ονειρευτεί» (Winnicott). Ένα μωρό όμως δεν γνωρίζει πόσο πολύ κουράζεται η μητέρα του, πόσο της λείπει ο ύπνος και ο χρόνος για την ίδια: Το βρέφος ενδιαφέρεται για τις φροντίδες και όχι για τους ανθρώπους. Με τον καιρό θα καταλάβει ότι η μαμά του δεν μπορεί να είναι τέλεια. Θα αντιλαμβάνεται ότι ενδιαφέρεται για τον άντρα της, τις φίλες της, τη δουλειά της. Δεν θα ήταν ευτυχές για ένα παιδί μεγαλώνοντας να νιώθει παντοδύναμο, επειδή είχε διαρκώς δίπλα του μια μητέρα που του έδινε τα πάντα. Δεν θα μπορεί να δημιουργήσει το δικό του κόσμο και θα ζει σε ένα κόσμο αυταπάτης. Αν μια μητέρα είναι «αρκετά καλή», το παιδί  θα γνωρίσει σιγά σιγά πώς να τα βγάλει πέρα με τις απογοητεύσεις και τις αποτυχίες του περιβάλλοντος και θα εγκαταλείψει αυτή τη θέση της παντοδυναμίας, του «τα θέλω όλα και τώρα». Ίσως υπάρχουν και αποκλίσεις σε αυτές τις στιγμές, η μητέρα τότε χρειάζεται μια περιβαλλοντολογική φροντίδα για να αποκτήσει πίστη στον εαυτόν της.

Γνωρίζοντας τις βασικές ανάγκες του βρέφους, μια μητέρα θα καταλάβει ποιες χρειάζονται να πραγματοποιηθούν. Χρειάζεται να διευκρινιστεί ότι ως γονιοί μεταφέρουμε ασυνείδητα στο παιδί δικές μας ανάγκες ή επιθυμίες που δεν είχαν ικανοποιηθεί. Για παράδειγμα μια μητέρα που είχε σημαντικές ελλείψεις, αποτυχίες στη ζωή της, δεν είχε χάδια, προσοχή, ή πιστεύει ότι τα αγνοεί ή προσπαθεί να μην συμβούν στο παιδί της. Σε αυτές τις περιπτώσεις παρακινείται από την δική της ιστορία και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο βρέφος της ως ένα άτομο διαφορετικό από την ίδια, με τη δική του προσωπικότητα. Μια πιο προσεχτική μητέρα, που «μπορεί να μπει στα παπούτσια του άλλου», που επιθυμεί να γνωρίσει το βρέφος της, θα απαντήσει στα καλέσματά του, θα βλέπει καθαρότερα τι υπάρχει στη σχέση τους και δεν θα εστιάζει στις ανεκπλήρωτες επιθυμίες της.

Το να ανταποκριθεί στις ανάγκες δεν σημαίνει ότι είναι στη διαρκή διάθεση του βρέφους, διότι και η ίδια έχει ανάγκες. Όμως κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός, ότι η μητέρα γνωρίζει ότι το παιδί της έχει ανάγκη από ασφάλεια, σταθερότητα, τροφή, ύπνο, καθαριότητα, επικοινωνία. Έχει επίσης ανάγκη να σέβονται το ρυθμό ανάπτυξής του, καθώς υπάρχουν αργά ή γρήγορα μωρά, να μαθαίνει και να παίζει, να ανακαλύπτει, να πειραματίζεται, να παρατηρεί, να βγαίνει έξω όχι μόνο για την υγεία του αλλά και για να ανακαλύπτει τον κόσμο. Τα παιδιά  χρειάζονται να έχουν όρεξη για να κάνουν πράγματα. Σε όλα  αυτά θα προστεθεί η ανάγκη να αγαπιούνται, να τους δίνουν προσοχή, να εκτιμούνται, να τα σέβονται, να τα ενθαρρύνουν, να τους κάνουν κομπλιμέντα. Χρειάζονται να τους μιλάνε. Το βρέφος, το νήπιο, και το παιδί αργότερα,  απολαμβάνοντας αυτά τα καλά, τίποτα δεν θα εμποδίζει τη συναισθηματική του ανάπτυξη.

Μεγαλώνοντας το  βρέφος  και νιώθοντας ότι η μητέρα του επεβίωσε από τα δαγκώματα του, τα ουρλιαχτά του, τα γρατσουνίσματά του, από το να τραβάει τα μαλλιά της, θα εμπλουτίζει την προσωπικότητά του. Μετά τους 6 μήνες περίπου παρακολουθεί, παίζει και αρχίζει επιτέλους να ασχολείται με τη μητέρα του. Ίσως τότε ή αργότερα θα αναζητήσει ένα αρκουδάκι, ένα ρούχο που θα ενώνει τον εαυτόν του με την μητέρα του και θα το καθησυχάζει.  Θα αρχίσει να δείχνει την αναστάτωσή του, το άγχος του μπροστά στα πρόσωπα που δεν γνωρίζει. Εκεί που πίστευε ότι ήταν αυτάρκες, το κέντρο της γης, ξαφνιάζεται. Θέλει το χρόνο του να προσαρμοστεί. Πολλές μαμάδες μπορεί να τρομάξουν όταν το 7 μηνών ή το ενός χρόνου  βρέφος τους κλαίει όταν συναντά άτομα που δεν βλέπει ταχτικά. «Μα θα γίνει αντικοινωνικό;» διερωτώνται. Απλώς το μωρό μεγαλώνει, γνωρίζει, ανακαλύπτει, και είναι αυτή τη στιγμή που χρειάζεται τη μαμά του να το καθησυχάσει μπροστά από το ξένο, από τον κόσμο. Είναι σιγά σιγά που θα γνωρίσει τον κόσμο και η μητέρα θα του δώσει τον κατάλληλο χρόνο. Πολλές φορές όταν ένα πιο μεγάλο παιδί χτυπήσει, θα τρέξει να βρει μια αγκαλιά για ασφάλεια. Η μητέρα ξέρει ότι για λίγη ώρα το παιδί της τη χρειάζεται με το να ξαναγίνει το μωρό, όπως ήταν πριν λίγο καιρό, που μπροστά από το άγνωστο και τον πόνο αναζητούσε το πρόσωπο και την ασφάλεια της. Είναι η εμπιστοσύνη που διαρκώς θα ανανεώνεται.

 Η ασφάλεια, που είναι μια βασική ανάγκη, έχει πολλές πλευρές. Η συναισθηματική ασφάλεια σχετίζεται με την εμπιστοσύνη που θα έχει ένα παιδί αργότερα με τον εαυτόν του. Μια υπερπροστατευτική μητέρα μόνο ανησυχία θα προκαλέσει στο παιδί της. Μια ανώριμη, ασταθής μητέρα θα προκαλέσει σύγχυση και φόβο. Ασφάλεια δεν σημαίνει φυλακή, που το παιδί θα νιώθει ότι ο κόσμος είναι ένας χώρος γεμάτος κινδύνους και περιορισμούς που μεγαλώνοντας θα αισθάνεται ότι  δεν του είχαν εμπιστοσύνη. Ούτε «ξέφραγο αμπέλι» που η μητέρα πιστεύει ότι έτσι το παιδί της θα γίνει ανεξάρτητο. Το παιδί θα χρειαστεί τα όρια, θα προκαλέσει τα όρια. Θα προκαλέσει τη μητέρα του ξεφεύγοντας από την ασφάλεια για να δει τις δυνάμεις του. Είναι πολύ γνώριμο στους γονείς  το παιδί του ενός ή δυο χρόνων να θέλει να κάνει κάτι που δεν επιτρέπεται, να τους κοιτάζει πονηρά και να πηγαίνει να το κάνει. Πιστεύει ότι η ελευθερία του είναι απεριόριστη. Είναι το σταθερό όχι της μαμάς για παράδειγμα που θα δημιουργήσει μια πίστη στο παιδί για την ασφάλεια του. Με το όχι η μητέρα πληροφορεί το παιδί για τους κινδύνους, εισάγει το παιδί της στην πραγματικότητα, ταυτόχρονα όμως του δείχνει τι είδους συμπεριφορά θα επηρέαζε την αγάπη της. Όσο και να βαριέται λέγοντας τα ίδια λόγια, το ίδιο όχι κάθε φορά, όταν η αντοχή της φθάνει στα άκρα, ξέρει ότι για την ασφάλεια του παιδιού της χρειάζεται να λειτουργήσει με συνέπεια για να κάνει το νήπιο να αισθάνεται ασφαλές.

Για ένα βρέφος ενός έτους που η νοημοσύνη του άρχισε να αναπτύσσεται, ένα απλό όχι αρκεί, το 18μηνο όμως μπορεί να ακούσει τις εξηγήσεις του «όχι» και στη συνέχεια να συνεργαστεί. Συνήθως μια μαμά λέει το όχι στους πραγματικούς κινδύνους και το προστατεύει. Κάνει τόσα πολλά μαζί, να μαγειρεύει, να καθαρίσει, να πλύνει,  να παίξει μαζί του, να κάνει τα ψώνια και ξαφνικά κτυπά το κουδούνι, ώσπου να πάει να ανοίξει και να επιστρέψει στα παιδιά της αντιλαμβάνεται ότι το πιο μικρό άνοιξε τη σακούλα με τη ζάχαρη που ήταν στον πάγκο της κουζίνας και τη σκορπά στο πάτωμα. Ή  βλέπει το καμάρι της να προσπαθεί να βάλει στην πρίζα την ηλεκτρική σκούπα που είδε την μητέρα του να το κάνει. Πολλές μητέρες μπορεί να είναι άκαμπτες, υστερικές, ιδιότροπες με τη καθαριότητα ή να μην μπορούν να πουν το απλό όχι, σε αυτές τις περιπτώσεις οι ίδιες δεν μπορούν να βρουν το δρόμο τους. Υπάρχουν μητέρες που δεν έχουν καμιά υποστήριξη από τον άντρα τους ή το περιβάλλον ή δεν έχουν άντρα, ή οι ίδιες ή ο άντρας τους ζηλεύουν το παιδί, ή γυναίκες που δεν είναι συναισθηματικά εκδηλωτικές, ή γυναίκες που ζουν σε δύσκολες συνθήκες, τότε χάνεται η ουσία διότι μπλέκονται σε άλλα θέματα και δεν καταπιάνονται με τα πραγματικά προβλήματα της φροντίδας, της αφοσίωσης και της ασφάλειας του νηπίου.

 Γνωρίζουμε ότι αν δεν δώσουμε τα φάρμακα στο άρρωστο παιδί μας αυτό θα αρρωστήσει περισσότερο, με τον ίδιο τρόπο μια μητέρα που δεν μπορεί να πει «όχι» θα αρρωστήσει την καρδιά του, τη ψυχή του. Θα βρίσκεται μπροστά από άγχη και αγωνίες που δεν θα μπορεί να τις επεξεργαστεί. Η μητέρα που αισθάνεται ότι την ξεπερνούν τα γεγονότα ή δεν είναι πολύ σίγουρη για τον εαυτόν της , εύκολα θα υποκύψει στις απαιτήσεις του μικρού της παιδιού. Η τηλεόραση βολεύει ή μια πίτσα επίσης. Αν αυτό γίνεται επανειλημμένα, το παιδί εύκολα θα κάνει ότι θέλει τη μαμά του. Μια συνηθισμένη μητέρα, όχι τέλεια, θα τα βγάλει πέρα μπροστά από τη ζωηράδα, την περιέργεια, τα πείσματα του παιδιού της, φθάνει να ξεκαθαρίσει τι επιτρέπεται και τι όχι, και τότε θα γνωρίζει ότι προσφέρει την κατάλληλη βοήθεια που χρειάζεται το νήπιο. Γνωρίζει ότι υπάρχουν απαιτήσεις που το μικρό παιδί δικαιούται να έχει, αλλά υπάρχουν και τα όρια που θα το προσαρμοστεί σε αυτά για να αποφεύγονται απρόβλεπτες καταστάσεις.

Σε ένα πρώτο στάδιο, το βρέφος πέρασε τους πρώτους μήνες της ζωής του μπροστά από το ναι, της φροντίδας, της αγάπης, της αφοσίωσης, γενικά της συναισθηματικής παρουσίας της μητέρας, στη συνέχεια, θα γνωρίσει και το όχι δηλ. την πραγματικότητα. Το παιδί μπορεί να τη νιώσει «σκληρή», «κακιά»  που επιμένει στο όχι, στην απαγόρευση, θα στραφεί στον πατέρα, ανάλογα με τη στάση του θα εκτιμήσει και το όχι της μητέρας. Ένα παιδί αφομοιώνει σιγά-σιγά τα όρια και  αρέσει στα παιδιά το λογικό όχι, που τους λένε που να σταματήσουν. Με τον καιρό τα όχι γίνονται πιο ελαστικά διότι το παιδί μεγαλώνει, ταυτόχρονα νιώθει και μια ασφάλεια διότι αντιλήφθηκε ότι τα όχι της μητέρας του λέγονται με σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Εν ολίγοις μια μητέρα θα πει το όχι με τον ίδιο αυθόρμητο τρόπο που θα το πάρει αγκαλιά και θα το φιλήσει. Το όχι δεν είναι διαταγή. Τα όρια και το όχι είναι ένας τρόπος αγάπης, αγάπης της μητέρας να προστατεύσει το παιδί της από τους κινδύνους. Μια συνηθισμένη μητέρα αυτά τα μαθαίνει μέσα από την καθημερινότητ της και από τον τρόπο της που αντιδρά. Μαθαίνει τι σκέφτεται να κάνει.

Είναι δύσκολο να δώσει κανείς συμβουλές στις μητέρες για το τι πρέπει να κάνουν αν το παιδί τους πιπιλάει το δάκτυλο του ή είναι ανήσυχο που σταμάτησε να θηλάζει ή έχει προβλήματα με το τάισμα ή τον ύπνο ή ακόμη αργότερα το πώς θα το εκπαιδεύσει στην καθαριότητα. Τι θα πει κάποιος μπροστά από το πείσμα του δίχρονου ή τρίχρονου που θέλει να φορέσει το καλοκαιρινό του φόρεμα  το χειμώνα ή στο λεβέντη που ψάχνει τις μπότες να τις φορέσει το καλοκαίρι; Ή τι θα κάνει μπροστά από το πείσμα του τετράχρονου που κλαίει απαρηγόρητα διότι θέλει κάτι -ότι πιο παράξενο μπορεί να σκεφτεί- για παράδειγμα ένα τάπλετ  όπως του πιο μεγάλου του αδερφού;  Ή που με του ψύλλου πήδημα βάζει τις φωνές;

Πολλές φορές η μητέρα βρίσκει τις λύσεις. Γίνεται ο Indiana Jones που θα επινοήσει και θα ανακαλύψει το άγνωστο. Είναι αυτή που θα προσαρμοστεί στην ιδιοσυγκρασία του κάθε της παιδιού. Γίνεται τα Ηνωμένα Έθνη που θα διαπραγματευθεί τα όρια και θα κατευνάσει τους τσακωμούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα εκνευριστεί, δεν θα θυμώσει, ή θα δεν θα μισήσει το παιδί της τη συγκεκριμένη στιγμή. Από την άλλη, μόλις αλλάξουν τα πράγματα και το παιδί θα χαμογελάσει, η μητέρα θα πει “τι αγγελούδι είναι”. Ας μην ξεχνάμε ότι ένα παιδί συνήθως χαμογελά το 90% του χρόνου. Σε αυτά τα πλαίσια μια μητέρα θέλει να βρει λίγο χρόνο να κάτσει στον καναπέ της, όμως τότε ακούει να κλαίει το βρέφος της, και τα μεγαλύτερα παιδιά που την αναζητούν, που θέλουν μια μπάρα δημητριακών, να τους φροντίσει μια πληγή, που ψάχνουν τις κάλτσες τους, που θέλουν παγάκια στο νερό τους, να της πουν για ένα καινούργιο παιχνίδι, που της ζητούν ένα χάδι, ένα παραμύθι, ένα φιλί. Κάποιος την χρειάζεται. Και η ίδια να σκέφτεται ότι χρειάζεται να σέβεται την προσωπικότητα του κάθε της παιδιού και να στηρίζει το καθένα όπως του ταιριάζει.

Το θέμα είναι αν μια μητέρα μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτόν και τον χώρο της και ταυτόχρονα να κάνει τα παιδιά της να νιώθουν ότι είναι προσιτή. Αν θα ακούσουμε τους εαυτούς μας, τις μητέρες, θεωρούμε δεδομένα  τα συναισθήματα αγάπης. Ταυτόχρονα όμως είναι πολλές οι μητέρες που ντρέπονται να πουν ή να δουν και την δυσάρεστη όψη της οικογενειακής ζωής. Η κούραση, η έλλειψη χρόνου, η ακαταστασία, τα ψώνια, ή το φαγητό που πρέπει να ετοιμάσει, δεν δίνουν και πολλά περιθώρια στη μητέρα να γευτεί πολλές καλές δραστηριότητες με τα παιδιά της. Και εδώ υπάρχουν μητέρες που θα δουν μόνο τα στραβά, κάποιες λίγο, άλλες πολύ. Θα αναβάλλουν δραστηριότητες που τους άρεσαν ή θα συλλάβουν τον εαυτόν τους να λένε καλύτερα να ήμουν στη δουλειά, ή να μην αντέχουν τις ιδιοτροπίες, τους καβγάδες και τις φωνές των παιδιών τους.

Πολλές φορές οι τσακωμοί μεταξύ των παιδιών είναι κάτι το τρομερό για τα νεύρα της μητέρας, στεναχωριέται, φωνάζει, αγανακτεί και μια σταγόνα ακόμη θα κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει. Και εδώ ο σύζυγος αν μπορεί να βοηθήσει, θα είναι ο «από μηχανής θεός», αρκεί η μητέρα να ζητά τη βοήθεια του. Αυτά όμως είναι συνηθισμένα πράγματα. Γενικά η μητέρα τα πρώτα χρόνια  των παιδιών της ζει μια περιορισμένη ζωή και για να τα βγάλει πέρα θα μάθει αυτά που είναι σημαντικά για την ίδια, τα παιδιά της και την οικογένεια της. Αυτό που προσπαθεί να προστατεύσει είναι ένα κομμάτι ιδιωτικού της χώρου, μεγάλου ή μικρού, διότι γνωρίζει ότι ένα μικρό παιδί θα κατευθυνθεί στο σημείο εκείνο, της δικής της ανεξαρτησίας. Εκεί που θέλει να ξεκουραστεί το παιδί θα πάει να την βρει χαλώντας της αυτή την στιγμή ή θα την αγγίξει εκεί που βρίσκεται η αδυναμία της. Για παράδειγμα μια μητέρα που κρατά ένα καταπιεσμένο θυμό εκεί το παιδί θα την προκαλέσει. Και τότε  αντιλαμβάνεται ότι το παιδί των ονείρων της είναι ένα πλάσμα με τις δικές του ευαισθησίες, την απαιτητικότητά του, τον εγωισμό και τις προκλήσεις του. Είναι αυτό που θα την κάνει να αμφιβάλλει πολλές φορές για τον εαυτόν της και τα αισθήματά της.

 Το παιδί είναι σαν το μισθοφόρο που διαρκώς θέλει περισσότερα. Διαπιστώνουμε ότι αν οι μητέρες εξωτερικεύουν τα αισθήματα τους, τις ανησυχίες τους, θα μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν ότι είναι φορές που θα πουν «μα ποτέ δεν ευχαριστιέται με όσα και αν κάνω», σε αυτές τις στιγμές μπορεί να το μισούν. Είναι μητέρες που ασφαλώς και αγαπούν τα παιδιά τους και που δεν φοβούνται να έρθουν σε επαφή με αρνητικά συναισθήματα και να τα εξετάσουν. Τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι πολύ γνωστές στην εφηβεία. Μια μητέρα οργανώνεται, προγραμματίζει, αντιμετωπίζει ανάγκες, αλλά και αισθάνεται ότι αγωνίζεται να τα καταφέρει. Αισθάνεται ότι τα παιδιά τη ρουφούν ενώ θέλει να κάμει και πράγματα για την ίδια. Φθάνει να μπορεί να βάλει όρια στις απαιτήσεις του παιδιού και να γνωρίζει ότι με το χρόνο τα όρια θα γίνονται πιο κατανοητά, ξεκάθαρα για αυτό. Και εδώ χρειάζεται ο πατέρας να υπερασπιστεί τη σύζυγο του, διότι θέλει τη γυναίκα του και ανεξάρτητη -από τις δουλειές, τα παιδιά- και για τον εαυτόν του, έστω και αν αυτό σημαίνει τον αποκλεισμό των παιδιών τους.

Με τον καιρό η μητέρα θα ξαναβρεί τον εαυτόν της, τον ιδιωτικό της χώρο και τα πράγματα που αγαπά, όχι με τον ίδιο τρόπο όμως διότι τότε θα έπαυε να είναι μητέρα. Μπορεί να κουράζεται, να μην τα βγάλει πέρα, να αντιλαμβάνεται τα θετικά και τα στραβοπατήματα και να παλεύει ενάντια στη διαρκή εισβολή. Το βρέφος και το παιδί χρειάζονται αυτή την ενέργεια της αρκετά καλής μητέρας έστω και αν το ίδιο πονά όταν δεν την έχει ολοκληρωτικά. Αλλά η αυστηρή πειθαρχία και έλεγχος, ο απόλυτος προγραμματισμός, οι διαταγές, είναι κάτι το τρομακτικό για ένα μικρό παιδί. «Να μην πέσει το παιδί, να μη χτυπήσει, να μη λερωθεί, να μην παίξει με τα χώματα, να μην κρυώσει, να φάει ή να μη φάει», είναι παραδείγματα των μη και των όχι που το επιβαρύνουν. Ως να ζει σε ένα ψέμα, σε ένα γυάλινο κόσμο. Η μητέρα θα καταλάβει ότι το παιδί της δεν θέλει μια τέτοια μαμά και με τον καιρό θα είναι χαρούμενη που χρησιμοποιήθηκε από αυτό, από τον τρόπο του και αυτή του δόθηκε όσο μπορούσε.

Θεωρούμε πολλές φορές ότι η ζήλεια είναι ένα αρνητικό συναίσθημα. Ο  τρόπος και η διαθεσιμότητα της μητέρας απέναντι στο παιδί που ζηλεύει είναι σημαντικά. Θα του συμπαρασταθεί σε αυτή τη δύσκολη συναισθηματική εμπειρία, δείχνοντας του ότι είναι ευαίσθητη σε αυτό που νιώθει. Μια μητέρα θα έρθει αντιμέτωπη με τη ζήλια συνήθως των πιο μεγάλων παιδιών απέναντι στα πιο μικρά. Η ζήλεια είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα, δείχνει την ικανότητα του παιδιού να αγαπά. Σε αυτό το σημείο ο ρόλος της μαμάς είναι να βοηθήσει το παιδί της να ανεχτεί τη ζήλεια του, να συμφιλιωθεί μαζί της. Οι μητέρες θα έχουν παρατηρήσει, το πιο μεγάλο να τσιμπά το μικρότερο, την πιο ωμή επιθετικότητα, τις άγριες φωνές για τα παιχνίδια, ή την αλλαγή στάσης του μεγαλύτερου παιδιού που άρχισε να πιπιλά το δάκτυλο του ή να βρέχεται ή να κλείνεται στον εαυτόν του. Είτε είναι εμφανής είτε έμμεση ζήλεια, το παιδί αποκτά αυτή την εμπειρία και κερδίζει από αυτή. Ένα παιδί δύσκολα θα ανεχτεί να μοιραστεί τη μητέρα του, γιατί αρχικά ήταν ιδιοκτησία του και ανησυχεί να την χάσει. Για κάποιο καιρό ήταν ο πρίγκιπας.

Σε τέτοιες στιγμές το παιδί χρειάζεται μια μαμά που ανέχεται τα συναισθήματα του παιδιού και που  το προστατεύει. Μπορεί να το βλέπει θλιμμένο, εξαγριωμένο, να μην παίζει ή να παίζει με θόρυβο και φωνές, όμως η μητέρα που θα τα ανεχτεί του δίνει χώρο ή θα κάνει χίλια δυο πράγματα που δεν θα τα καταλαβαίνει, αλλά όλα μαζί θα το διευκολύνουν να ξεπεράσει τη ζήλεια του και να μεγαλώσει. Είναι η μαμά που θα το αγκαλιάσει, που θα προσπαθήσει να το πλησιάσει, δεν θα το ντροπιάσει λέγοντας στους συγγενείς το πόσο ζηλεύει ή θα το γεμίσει ενοχές λέγοντας του «ντροπή σου, είναι κακό». Είναι ο ανιχνευτής που θα προσέχει το κάθε της βήμα. Αν όμως το «σκουλήκι» της ζήλειας θα είναι μέσα του θα διαστρεβλώσει την προσωπικότητα του. Ως μεγάλοι έχουμε την εμπειρία ατόμων που εποφθαλμιούν ότι έχουν αποκτήσει άλλοι ή είναι δύστροποι, δυστυχείς και πάντα προκαλούν τον άλλον ώστε να νιώσουν τη ζήλεια τους να φουντώνει. Το να δεχτεί ένα παιδί να μοιραστεί τη μαμά του από τη μια και να εκφράσει την επιθετικότητα του από την άλλη είναι λογικό και επιπλέον θα καταλάβει ότι όλα αυτά είναι μέρος της ζωής που θα το βοηθήσουν, μεγάλο πλέον, να αναπτύξει την άμιλλα και τη φιλοδοξία.

 

Εν κατακλείδι:

Η μητέρα που χρειάζεται το μικρό παιδί είναι:

  • Αυτή που μπορεί να αντιλαμβάνεται τις ανάγκες αρχικά του βρέφους και αργότερα του παιδιού της. Μια μητέρα αδιαπέραστη θα ετοιμάσει το έδαφος για αγωνίες και κρίσεις πανικού, διότι το παιδί δεν έχει από πού να κρατηθεί αφού κανείς δεν αντιλήφθηκε τις ανάγκες του.
  • Αυτή που μπορεί να είναι διαθέσιμη. Μια μητέρα «σβούρα», «σίφουνας της κουζίνας» που δεν κάθεται, διαρκώς συγυρίζει,  δεν μπορεί να δώσει χώρο στα παιδιά της, δίνει χώρο σε αυτήν και στις δουλειές της.
  • Να είναι μια μητέρα που να δίνει ασφάλεια, να το κρατά συναισθηματικά ώστε το παιδί να μην αισθάνεται ότι η μητέρα του διαρκώς του «ξεφεύγει». Το μικρό παιδί δεν μπορεί να στηριχθεί σε μια μητέρα που μόλις έχει την ευκαιρία να την πλησιάσει αυτή απομακρύνεται, το αποφεύγει, «ως να του τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια». Έτσι το παιδί μπροστά από μια ακατανόητη συμπεριφορά, θα δημιουργήσει μια περιορισμένη ζωή.
  • Να είναι ευαίσθητη ώστε το παιδί να μπορεί να την πλησιάζει. Μια μητέρα που θα βγει έξω με το παιδί και τις φίλες της ή θα κάνει μια επίσκεψη και δεν αντιλαμβάνεται ότι το παιδί της μετά από κάποια στιγμή είναι σε ένταση, την πλησιάζει, δεν έχει ανταπόκριση και φεύγει. Στο τέλος αρχίζει να κλαίει, να γίνεται ιδιότροπο ή το πιο μικρό να αναζητά την πιπίλα του.
  • Να είναι προβλεπτή. Μια μητέρα που περνά απότομα από το ένα συναίσθημα στο άλλο, που γλιστρά όπως το «σαπούνι», που το παιδί δεν γνωρίζει ποτέ σε τι κατάσταση θα την βρει, αν θα είναι θετικά διαθέσιμη, ευαίσθητη, μπορεί να δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση στο παιδί.
  • Να ενθαρρύνει και να εμψυχώνει το βρέφος και το παιδί, να είναι μια μητέρα που ζωογονεί. Μια θλιμμένη μητέρα μπορεί να είναι διαθέσιμη, προβλεπτή, φροντιστική, παρούσα, αλλά χωρίς ζωή. Δεν είναι μια ψυχρή μητέρα αλλά είναι ανέκφραστη και δεν μπορεί να ανταποδώσει τα καλέσματα του παιδιού της.
  • Μια μητέρα χρειάζεται να έχει την ικανότητα να ικανοποιείται, να ευχαριστιέται. Μια μητέρα «πρέπει», η μητέρα «θυσία», που είναι διαθέσιμη, κατανοητική, παρούσα κυρίως στο πόνο, αλλά δεν είναι ποτέ ικανοποιημένη. Μπορεί το παιδί να τη χρησιμοποιεί αλλά με  ενοχή και πολλές φορές με θυματοποίηση.
  • Μπορεί το παιδί να χρειάζεται και άλλα «είδη» μητέρας, ή να έχει μια μητέρα που να υστερεί σε κάποια στοιχεία αλλά οι αποτυχίες και οι ανεπάρκειες της να αντισταθμίζονται από άλλα. Μπορεί για παράδειγμα  το περιβάλλον – μητέρα να είναι απρόβλεπτο αλλά να υπάρχει κατανόηση, φροντίδα και αντιληπτικότητα.

Μια μητέρα αργά ή γρήγορα θα αντιληφθεί ότι το παιδί της μεγαλώνει, γίνεται αυτόνομο, το βοηθά να συσσωρεύει εμπειρίες και να εμπιστεύεται. Είναι αυτή που θα του μάθει ότι η συμπεριφορά του δεν σκότωσε την καλοσύνη της. Ένα παιδί χρειάζεται μια μητέρα με καθαρό μυαλό και ψυχραιμία όπως τα είχε και ο Κοντορεβιθούλης μπροστά από τις αναποδιές.  Είναι αυτή που θα του επιτρέψει να μεγαλώσει και θα χαίρεται για αυτό. Τη στιγμή δε που το παιδί θα πάει στην προδημοτική, που θα είναι μια στιγμή συγκίνησης και αποχωρισμού, η στάση της θα καθορίσει και τη συμπεριφορά του, διότι το παιδί θα κουβαλήσει μαζί του ένα κομμάτι από αυτή τη σχέση. Υπάρχουν μητέρες που αδυνατούν να απογαλακτίσουν το παιδί τους, που δε το έβαλαν νωρίς στο παιδικό του δωμάτιο, που είναι θλιμμένες γιατί θα πάει στη προδημοτική, που φοβούνται τι θα απογίνουν χωρίς την παρουσία του, που δείχνουν έντονα τα άγχη τους. Το παιδί αυτά τα αισθάνεται, και μπροστά από τη δυσκολία, συνειδητή ή ασυνείδητη, που έχει η μητέρα του να το αποχωριστεί, μπορεί για παράδειγμα να μη τρώει, ή να τρώει πολύ, να μη μαθαίνει, διότι το μυαλό του θα είναι στη στάση της. Θα του ήταν ευκολότερο αν θα την έβλεπε χαρούμενη  όταν φεύγει για το σχολείο και όταν επιστρέφει σε αυτήν. Είναι η μαμά που θα του επιτρέψει να χαρεί τον αποχωρισμό, την αυτονομία του, την ανυπακοή του, διότι τότε θα χαρεί, θα παραδεχτεί και θα αναγνωρίσει την εξάρτηση του από αυτήν.

Τα παιδιά σήμερα «μεγαλώνουν γρήγορα» και χρειάζονται μια μαμά δεξιοτέχνη, ούτε πολύ αυστηρή ούτε πολύ «φιλελεύθερη». Στο παραμύθι, η Κοκκινοσκουφίτσα θα συναντήσει τον κακό λύκο. Αν θα παρέμενε κοντά στη μητέρα της θα ήταν δεμένη στο στενό περιβάλλον, φοβισμένη για τον έξω κόσμο. Η Κοκκινοσκουφίτσα περνά καλά στο δάσος, μετά συναντά το λύκο, ευτυχώς που υπάρχει ο ξυλοκόπος και τη σώζει. Έτσι και ένας πατέρας ή μια αντρική φιγούρα, θα βοηθήσει την μητέρα να απομακρύνεται σιγά σιγά από το βρέφος της αλλά και το παιδί να φύγει από τη συμβίωση των πρώτων χρόνων.

Μείνετε ενημερωμένοι για την υγεία του παιδιού σας

Εισάγετε την ημερομηνία γέννησης του παιδιού σας

Μείνετε ενημερωμένοι για
το παιδί σας

Η ιστοσελίδα Paidiatros.com θέλει να σας προσφέρει την καλύτερη δυνατή εμπειρία κατά τη χρήση αυτού του ιστότοπου. Προς τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιεί cookies και άλλες τεχνολογίες για να κατανοήσει τα ενδιαφέροντά σας, να προσαρμόσει τον ιστότοπό της στις ανάγκες σας και να διαχειριστεί τις διαφημίσεις της. Πατώντας «Αποδοχή» δίνετε τη συγκατάθεσή σας για τη χρήση αυτή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εγχώριο δίκαιο και την Πολιτική μας για τα Cookies. Για να δείτε ολόκληρη τη λίστα των cookies και να μας πείτε αν μπορούν ή όχι να χρησιμοποιηθούν στη συσκευή σας, χρησιμοποιήστε το Εργαλείο Συγκατάθεσης για τα Cookies. Πολιτική Cookies της ιστοσελίδας μας